Ταξίδι (το) ουσιαστικό ουδέτερο Προφορά : /ta.ˈksi.ði/
journey, trip, tour, travel, traveling, travelling

 

Μετακίνηση σε μακρινό προορισμό και παραμονή σ' αυτόν για κάποιο διάστημα

 

Εκφράσεις: 1. ταξίδι του μέλιτος (=γαμήλιο ταξίδι) 2. (ευχή) καλό ταξίδι!
3.
ταξίδι αστραπή (=πολύ σύντομο ταξίδι) 4. ταξίδι αναψυχής

Blog

Σε γιορτές, ειδικές περιστάσεις και όλες τις εποχές του χρόνου χαρίστε κάτι περισσότερο από ένα απλό αντικείμενο, χαρίστε εμπειρίες και συναισθήματα!

Οι Κερκυραίοι την ονομάζουν Λαμπρή ή Λαμπριά για να εκφράσουν τη λαμπρότητα της ημέρας. Ύστερα από περίοδο επτά εβδομάδων αυστηρής νηστείας και αποχής από κάθε είδους γλέντι έρχεται η Λαμπριά, ημέρα χαράς, ημέρα απολαύσεων.

Τα ταξίδια πολλοί αγάπησαν, το πακετάρισμα όμως κανείς. Aν ετοιμάζεις βαλίτσα για μαι σύντομη απόδραση, αυτά είναι τα tips που θα σου γλιτώσουν κόπο, χρόνο & χώρο !

 

Το Γαμήλιο Ταξίδι σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας ζωής και αποτελεί την τέλεια αφορμή για ένα μαγευτικό ταξίδι σε τόπους μακρινούς και εξωτικούς.